Οξύς στα ουκρανικά
Μετάφραση: οξύς, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кислотний, сильний, кислота, високий, дужий, гостре, гостра, гострий, гостру
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οξύς
οξύς κλίση, οξύς τοκετός, οξύς πόνος στα πλευρά, οξύς πόνος στην κοιλιά, οξύς πόνος στο αυτί, οξύς λεξικό γλώσσας ουκρανικά, οξύς στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- οξύνοια στα ουκρανικά - проникливість, прозорливість, інтуїцію
- οξύνω στα ουκρανικά - посилювати, посилюватися, підсильте, окисляти, озлобляти, окисліться, точити, ...
- οξύτητα στα ουκρανικά - позбавлення, жорсткість, труднощі, терпкість, труднощах, трудності, різкість, ...
- οπή στα ουκρανικά - шпара, щілину, щілина, отвір
Τυχαίες λέξεις
Οξύς στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: кислотний, сильний, кислота, високий, дужий, гостре, гостра, гострий, гостру
Μεταφράσεις: кислотний, сильний, кислота, високий, дужий, гостре, гостра, гострий, гостру