Παραδέχομαι στα δανικά

Μετάφραση: παραδέχομαι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
modtage, godtage, tage, bekende, indrømme, indrømmer, optage
Παραδέχομαι στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παραδέχομαι

παραδέχομαι ρέμος, παραδέχομαι αντώνυμο, παραδέχομαι ως έγκυρο, παραδέχομαι συνώνυμα, παραδέχομαι παντελιδης, παραδέχομαι λεξικό γλώσσας δανικά, παραδέχομαι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • παραγωγός στα δανικά - fabrikant, producer, producent, producenten, producents, producenter
  • παραδέρνω στα δανικά - rødspætte, skrubbe, skrubber, ising, flynder
  • παραδίδομαι στα δανικά - overgivelse, overgivelsen, overgive, udlevering, returnering
  • παραδίδω στα δανικά - aflevere, levere, leverer, afgive, at levere, afgiver
Τυχαίες λέξεις
Παραδέχομαι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: modtage, godtage, tage, bekende, indrømme, indrømmer, optage