Περίβλεπτος στα δανικά

Μετάφραση: περίβλεπτος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
iøjnefaldende, glimrer, påfaldende, synligt, fremtrædende
Περίβλεπτος στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: περίβλεπτος

περίβλεπτοσ του μυστρά, περίβλεπτοσ ιωάννινα, περίβλεπτος ιωαννίνων, περίβλεπτος φανός, περίβλεπτος συνώνυμο, περίβλεπτος λεξικό γλώσσας δανικά, περίβλεπτος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • περήφανος στα δανικά - stolt, stolte, stolte af, stolte over, stolt over
  • περί στα δανικά - om, omkring, omtrent, næsten, cirka, ca., vide om
  • περίβλημα στα δανικά - skjold, jakke, jacket, kappe, jakken, kappen
  • περίγελος στα δανικά - meningsløs, urimelig, absurd, latterlig, spøge, jest, spøg, ...
Τυχαίες λέξεις
Περίβλεπτος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: iøjnefaldende, glimrer, påfaldende, synligt, fremtrædende