Περίβλεπτος στα ουκρανικά

Μετάφραση: περίβλεπτος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
показний, видимий, помітний, кидається в очі, впадає в очі, що впадає в очі, впадає у вічі
Περίβλεπτος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: περίβλεπτος

περίβλεπτοσ του μυστρά, περίβλεπτοσ ιωάννινα, περίβλεπτος ιωαννίνων, περίβλεπτος φανός, περίβλεπτος συνώνυμο, περίβλεπτος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, περίβλεπτος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • περήφανος στα ουκρανικά - опуклий, гордий, горда, горде
  • περί στα ουκρανικά - об, про, по, середнє-з, усюди, поблизу, стосовно, ...
  • περίβλημα στα ουκρανικά - екранувати, щит, куртка
  • περίγελος στα ουκρανικά - працювати, гострий, шпичастий, жартувати, жартувати не
Τυχαίες λέξεις
Περίβλεπτος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: показний, видимий, помітний, кидається в очі, впадає в очі, що впадає в очі, впадає у вічі