Πλέγμα στα δανικά

Μετάφραση: πλέγμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
netværk, net, grid, gitter, nettet, gitteret
Πλέγμα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πλέγμα

πλέγμα οικοδομής, πλέγμα τ196, πλέγμα περίφραξης τιμές, πλέγμα δάριγκ, πλέγμα τ92, πλέγμα λεξικό γλώσσας δανικά, πλέγμα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • πλάτη στα δανικά - tilbage, bagside, ryg, igen, back, bagsiden, ryggen
  • πλάτος στα δανικά - bredde, bredden, width, bredde på
  • πλέκω στα δανικά - hækling, hæklet, hækles, hækl, hækles der
  • πλένω στα δανικά - vaske, vask, Wash, Skyl, vaskes
Τυχαίες λέξεις
Πλέγμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: netværk, net, grid, gitter, nettet, gitteret