Πλέγμα στα ολλανδικά

Μετάφραση: πλέγμα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
maas, strik, hek, rooster, afrastering, netwerk, breisteek, steek, traliehek, net, Grid, raster
Πλέγμα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πλέγμα

πλέγμα οικοδομής, πλέγμα τ196, πλέγμα περίφραξης τιμές, πλέγμα δάριγκ, πλέγμα τ92, πλέγμα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πλέγμα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πλάτη στα ολλανδικά - rugstuk, keerzijde, achterzijde, achteruit, spin, ommezijde, wervelkolom, ...
  • πλάτος στα ολλανδικά - amplitude, breedte, wijdte, breed, breedte van, de breedte
  • πλέκω στα ολλανδικά - breien, vlechten, haken, haak, gehaakte, Crochet, gehaakt
  • πλένω στα ολλανδικά - uitwassen, wassen, witten, was, wassing, wash, afwassen
Τυχαίες λέξεις
Πλέγμα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: maas, strik, hek, rooster, afrastering, netwerk, breisteek, steek, traliehek, net, Grid, raster