Πορτοφόλι στα δανικά
Μετάφραση: πορτοφόλι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
tegnebog, børs, tegnebogen, pung, wallet, pengepung
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πορτοφόλι
πορτοφόλι google, πορτοφόλι για κάρτες, πορτοφόλι ανδρικό, πορτοφόλι prada, πορτοφόλι ονειροκρίτης, πορτοφόλι λεξικό γλώσσας δανικά, πορτοφόλι στα δανικά
Μεταφράσεις
- πορτοκαλί στα δανικά - rav, appelsin, Orange, i Orange, orangefarvet
- πορτοφολάς στα δανικά - tegnebog, tegnebogen, pung, wallet, pengepung
- πορτρέτο στα δανικά - portræt, billede, Portrait, stående, portrættet, Generalieblad
- ποσοστό στα δανικά - procentdel, procentsats, procent, i procent, procentvise
Τυχαίες λέξεις
Πορτοφόλι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: tegnebog, børs, tegnebogen, pung, wallet, pengepung
Μεταφράσεις: tegnebog, børs, tegnebogen, pung, wallet, pengepung