Προσποίηση στα δανικά
Μετάφραση: προσποίηση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
forstillelse, påskud, pretense, foregivende, forestillingen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσποίηση
προσποίηση μπάσκετ, προσποίηση συνώνυμα, προσποίηση λεξικό γλώσσας δανικά, προσποίηση στα δανικά
Μεταφράσεις
- προσπαθώ στα δανικά - forsøg, teste, indsats, anstrengelse, prøve, forsøge, forsøger, ...
- προσπερνώ στα δανικά - overhale, indhente, overhaler, overtage, at overhale
- προσποιούμαι στα δανικά - foregive, foregiver, fingerer, hykle, at foregive
- προστάζω στα δανικά - beherske, styre, ordre, befaling, kommando, kommandoen
Τυχαίες λέξεις
Προσποίηση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: forstillelse, påskud, pretense, foregivende, forestillingen
Μεταφράσεις: forstillelse, påskud, pretense, foregivende, forestillingen