Πρόσθετος στα δανικά
Μετάφραση: πρόσθετος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ekstra, yderligere, supplerende
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρόσθετος
πρόσθετοσ κωδικόσ 4099, πρόσθετος συνώνυμο, πρόσθετοσ συνώνυμα, πρόσθετος τύπος, πρόσθετος ρόλος δεν μπορεί να αποδοθεί γιατι, πρόσθετος λεξικό γλώσσας δανικά, πρόσθετος στα δανικά
Μεταφράσεις
- πρόσβαση στα δανικά - angreb, adgang, adgangen, adgang til, aktindsigt, få adgang
- πρόσθετο στα δανικά - ekstra, yderligere, supplerende
- πρόσθιος στα δανικά - anterior, forreste, anteriore, fortil beliggende, anteriort
- πρόσκαιρος στα δανικά - forgængelig, impermanent, ubestandigt, forgængeligt, ubestandige
Τυχαίες λέξεις
Πρόσθετος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ekstra, yderligere, supplerende
Μεταφράσεις: ekstra, yderligere, supplerende