Πρόσθετος στα εσθονικά

Μετάφραση: πρόσθετος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
uus, lisa-, täiendav, täiendavaid, täiendavad, täiendava
Πρόσθετος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πρόσθετος

πρόσθετοσ κωδικόσ 4099, πρόσθετος συνώνυμο, πρόσθετοσ συνώνυμα, πρόσθετος τύπος, πρόσθετος ρόλος δεν μπορεί να αποδοθεί γιατι, πρόσθετος λεξικό γλώσσας εσθονικά, πρόσθετος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • πρόσβαση στα εσθονικά - pöörduma, juurdepääs, ligipääs, juurdepääsu, Juurdepääsupiirangu, ligipääsu, hotellid
  • πρόσθετο στα εσθονικά - lisand, manus, lisa-, täiendav, täiendavaid, täiendavad, täiendava
  • πρόσθιος στα εσθονικά - eelnev, eespoolne, eesmine, eesmise, anterior, eesmises, eesmist
  • πρόσκαιρος στα εσθονικά - tähtajaline, ajutine, impermanent, kaduvad, mittepakkuvatest, ebapüsiv
Τυχαίες λέξεις
Πρόσθετος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: uus, lisa-, täiendav, täiendavaid, täiendavad, täiendava