Πρόσθετος στα γερμανικά
Μετάφραση: πρόσθετος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
zusätzlich, weitere, nachträglich, zusätzliche, zusätzlichen, Zusatz
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρόσθετος
πρόσθετοσ κωδικόσ 4099, πρόσθετος συνώνυμο, πρόσθετοσ συνώνυμα, πρόσθετος τύπος, πρόσθετος ρόλος δεν μπορεί να αποδοθεί γιατι, πρόσθετος λεξικό γλώσσας γερμανικά, πρόσθετος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- πρόσβαση στα γερμανικά - zugang, einsicht, eintritt, Zugriff, Zugang, Zugriffs, Zugangs
- πρόσθετο στα γερμανικά - zusatz, zusatzstoff, linear, zusatzmittel, zusätzlich, zusätzliche, zusätzlichen, ...
- πρόσθιος στα γερμανικά - früher, vorhergehend, Vorder-, vorderen, vordere, Vorder
- πρόσκαιρος στα γερμανικά - kurzzeitig, temporär, vorübergehend, vorläufig, kommissarisch, unbeständig, impermanent, ...
Τυχαίες λέξεις
Πρόσθετος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: zusätzlich, weitere, nachträglich, zusätzliche, zusätzlichen, Zusatz
Μεταφράσεις: zusätzlich, weitere, nachträglich, zusätzliche, zusätzlichen, Zusatz