Πρόσφυση στα δανικά

Μετάφραση: πρόσφυση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vedhæftning, adhæsion, friktion, adhæsionen, vedhæftningen
Πρόσφυση στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πρόσφυση

πρόσφυση αγγλικά, πρόσφυση αυτοκινήτου, πρόσφυση τι σημαινει, πρόσφυση λεξικό, πρόσφυση σε υγρό οδόστρωμα, πρόσφυση λεξικό γλώσσας δανικά, πρόσφυση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • πρόσφυγας στα δανικά - flygtning, flygtninge, flygtningestatus, af flygtninge, flygtninges
  • πρόσφυμα στα δανικά - befæste, endelse, suffiks, suffix, endelsen, suffikset
  • πρόσχαρος στα δανικά - venlig, elskværdig, jovial, joviale, munter, muntre, gemytlig
  • πρόσχωμα στα δανικά - proschoma
Τυχαίες λέξεις
Πρόσφυση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vedhæftning, adhæsion, friktion, adhæsionen, vedhæftningen