Πρόσφυση στα ιταλικά
Μετάφραση: πρόσφυση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
incremento, adesione, aderenza, l'adesione, di adesione, dell'adesione
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρόσφυση
πρόσφυση αγγλικά, πρόσφυση αυτοκινήτου, πρόσφυση τι σημαινει, πρόσφυση λεξικό, πρόσφυση σε υγρό οδόστρωμα, πρόσφυση λεξικό γλώσσας ιταλικά, πρόσφυση στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- πρόσφυγας στα ιταλικά - profugo, rifugiato, rifugiati, di rifugiato, profughi, dei rifugiati
- πρόσφυμα στα ιταλικά - apporre, suffisso, il suffisso, suffisso di, suffissi, suffisso del
- πρόσχαρος στα ιταλικά - benevolo, affabile, amabile, gradevole, cortese, gioviale, jovial, ...
- πρόσχωμα στα ιταλικά - limo, proschoma
Τυχαίες λέξεις
Πρόσφυση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: incremento, adesione, aderenza, l'adesione, di adesione, dell'adesione
Μεταφράσεις: incremento, adesione, aderenza, l'adesione, di adesione, dell'adesione