Πτερύγιο στα δανικά
Μετάφραση: πτερύγιο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
finne, flap, klap, klappen, flappen, flig
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πτερύγιο
πτερύγιο αυτιού, πτερύγιο ωτός, πτερύγιο καρχαρία, ρινικό πτερύγιο, ουραίο πτερύγιο, πτερύγιο λεξικό γλώσσας δανικά, πτερύγιο στα δανικά
Μεταφράσεις
- πταίσμα στα δανικά - forseelse, misdemeanor, forseelser, lovovertrædelse
- πτερυγίζω στα δανικά - flagre, flit, at flagre
- πτηνοτροφείο στα δανικά - voliere, aviary, volieren, volierer
- πτηνό στα δανικά - fjerkræ, fugl, fugle, bird, fuglen
Τυχαίες λέξεις
Πτερύγιο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: finne, flap, klap, klappen, flappen, flig
Μεταφράσεις: finne, flap, klap, klappen, flappen, flig