Πτερύγιο στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: πτερύγιο, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
размавта, паниката, вратичката, поклопецот, капакот
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πτερύγιο
πτερύγιο αυτιού, πτερύγιο ωτός, πτερύγιο καρχαρία, ρινικό πτερύγιο, ουραίο πτερύγιο, πτερύγιο λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, πτερύγιο στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- πταίσμα στα σλαβομακεδονικά - прекршочна, прекршочната, прекршок, прекршочни, прекршокот
- πτερυγίζω στα σλαβομακεδονικά - шетаме, да се повлечат, се повлечат, повлечат, влијаат
- πτηνοτροφείο στα σλαβομακεδονικά - птичарник, птичарникот
- πτηνό στα σλαβομακεδονικά - птици, птица, птицата, птичјиот, птичји
Τυχαίες λέξεις
Πτερύγιο στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: размавта, паниката, вратичката, поклопецот, капакот
Μεταφράσεις: размавта, паниката, вратичката, поклопецот, капакот