Πτερύγιο στα λιθουανικά
Μετάφραση: πτερύγιο, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atvartas, atvartu, sklendė, dangtelį
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πτερύγιο
πτερύγιο αυτιού, πτερύγιο ωτός, πτερύγιο καρχαρία, ρινικό πτερύγιο, ουραίο πτερύγιο, πτερύγιο λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πτερύγιο στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- πταίσμα στα λιθουανικά - nusižengimas, baudžiamasis nusižengimas, Pažeidimas, išsišokimas, Bloga
- πτερυγίζω στα λιθουανικά - skrajoti, flit, skraidžioti, Pavīdēt, kaitalioti gyvenamąją vietą
- πτηνοτροφείο στα λιθουανικά - paukštidė, Aviary, Ptaszarnia, paukštidėse, Woliera
- πτηνό στα λιθουανικά - višta, paukštiena, paukštis, paukščių, paukščiai, bird, paukščio
Τυχαίες λέξεις
Πτερύγιο στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: atvartas, atvartu, sklendė, dangtelį
Μεταφράσεις: atvartas, atvartu, sklendė, dangtelį