Συγγνωστός στα δανικά
Μετάφραση: συγγνωστός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
undskyldes, undskyldt, undskyldte, fritaget, undskylde
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συγγνωστός
συγγνωστός πτωχός, μη συγγνωστός, συγγνωστός σημαίνει, συγγνωστός λεξικό γλώσσας δανικά, συγγνωστός στα δανικά
Μεταφράσεις
- συγγενής στα δανικά - slægtning, relative, relativ, forhold, i forhold, relativt
- συγγενικός στα δανικά - relationelle, relationel, relationsdatabase, relationelt, relationsdatabasen
- συγγνώμη στα δανικά - bedrøvet, benådning, tilgivelse, forladelse, om forladelse
- συγγραφέας στα δανικά - forfatter, forfatteren, Skribent, forfatterens, ophavsmanden
Τυχαίες λέξεις
Συγγνωστός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: undskyldes, undskyldt, undskyldte, fritaget, undskylde
Μεταφράσεις: undskyldes, undskyldt, undskyldte, fritaget, undskylde