Συγγνωστός στα ισλανδικά
Μετάφραση: συγγνωστός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
afsakaði, excused
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συγγνωστός
συγγνωστός πτωχός, μη συγγνωστός, συγγνωστός σημαίνει, συγγνωστός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συγγνωστός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- συγγενής στα ισλανδικά - frændi, ættingi, miðað, ættingja, hlutfallsleg, hlutfallslegt
- συγγενικός στα ισλανδικά - Vensla, Venslagagnagrunnur, venslaða
- συγγνώμη στα ισλανδικά - fyrirgefa
- συγγραφέας στα ισλανδικά - höfundur, Author, rithöfundur, höfundar, höfundurinn
Τυχαίες λέξεις
Συγγνωστός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: afsakaði, excused
Μεταφράσεις: afsakaði, excused