Συμβόλαιο στα δανικά

Μετάφραση: συμβόλαιο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
aftale, kontrakt, kontrakten, aftalen, kontraktens
Συμβόλαιο στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμβόλαιο

συμβόλαιο τιμής μεταξύ μητέρας και παιδιού, συμβόλαιο w, συμβόλαιο θανάτου, συμβόλαιο εργασίας, συμβόλαιο μέσι, συμβόλαιο λεξικό γλώσσας δανικά, συμβόλαιο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • συμβουλεύω στα δανικά - foreslå, råde, råd, advokat, rådgive, rådgiver, anbefale, ...
  • συμβούλιο στα δανικά - råd, Rådet, Rådets, Raadets, Raadet
  • συμμέτοχος στα δανικά - deltager, deltageren, deltagers, deltagere
  • συμμαχία στα δανικά - alliance, alliancen, Alliancens, Forbund
Τυχαίες λέξεις
Συμβόλαιο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: aftale, kontrakt, kontrakten, aftalen, kontraktens