Συμπαθώ στα δανικά

Μετάφραση: συμπαθώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
lignende, Kan du lide, som, ligesom, ud
Συμπαθώ στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμπαθώ

σας συμπαθώ, συμπαθώ ετυμολογία, συμπαθώ πολλούς αλλά όχι όλους... συγχωρώ πολλά αλλά όχι όλα, συμπαθώ πολλούς αλλά όχι όλους, συμπαθώ λεξικό, συμπαθώ λεξικό γλώσσας δανικά, συμπαθώ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • συμπαγής στα δανικά - fast, kompakt, kompakte, compact
  • συμπαθητικός στα δανικά - god, rart, dejlig, flot, dejligt
  • συμπαιγνία στα δανικά - aftalt spil, ulovligt samarbejde, ulovlige samarbejde, et ulovligt samarbejde, hemmelige aftaler
  • συμπαράσταση στα δανικά - støtte, underhold, support, til støtte, støtten, understøttelse
Τυχαίες λέξεις
Συμπαθώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: lignende, Kan du lide, som, ligesom, ud