Συμπτύσσω στα δανικά

Μετάφραση: συμπτύσσω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
guffe, tuck, guf, optrukken, kan gemmes
Συμπτύσσω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμπτύσσω

συμπτύσσω συνωνυμο, συμπτύσσω λεξικό γλώσσας δανικά, συμπτύσσω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • συμπληρώνω στα δανικά - bilag, ernære sig, møjsommeligt, slå sig igennem
  • συμπλοκή στα δανικά - håndgemæng, slagsmål, forvirring, noget håndgemæng, scuffle
  • συμπυκνωμένος στα δανικά - koncentreret, koncentreres, opkoncentreret, koncentreredes, koncentrerede
  • συμπυκνώνω στα δανικά - koges ned, koge ned, koges, koges ned til
Τυχαίες λέξεις
Συμπτύσσω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: guffe, tuck, guf, optrukken, kan gemmes