Συμπτύσσω στα λιθουανικά
Μετάφραση: συμπτύσσω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
teleskopas, klostė, maistas, pakišti, Tuck, Podwijać
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμπτύσσω
συμπτύσσω συνωνυμο, συμπτύσσω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, συμπτύσσω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- συμπληρώνω στα λιθουανικά - taupiai naudoti, Sztukować, Papildyti, vos verstis
- συμπλοκή στα λιθουανικά - susipešti, brūkščioti, muštynės, peštis
- συμπυκνωμένος στα λιθουανικά - sukoncentruotas, koncentruotos, koncentruota, koncentruotas, sutelkta
- συμπυκνώνω στα λιθουανικά - išgarinti, sutirštinti, skliautais, slypi, Suglaudina
Τυχαίες λέξεις
Συμπτύσσω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: teleskopas, klostė, maistas, pakišti, Tuck, Podwijać
Μεταφράσεις: teleskopas, klostė, maistas, pakišti, Tuck, Podwijać