Συμπτύσσω στα ουγγρικά
Μετάφραση: συμπτύσσω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
messzelátó, rakás, berak, Tuck, behajt, felhúzott
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμπτύσσω
συμπτύσσω συνωνυμο, συμπτύσσω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, συμπτύσσω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- συμπληρώνω στα ουγγρικά - újságmelléklet, pótkötet, kiegészít, jövedelmet összekapar
- συμπλοκή στα ουγγρικά - saraboló, kikopás, garázdálkodás, tömegverekedés, kirojtosodás, dulakodás, sarabolókapa, ...
- συμπυκνωμένος στα ουγγρικά - púdertartó, egyezség, összpontosított, sűrített, koncentrált, koncentráljuk, koncentrálódik
- συμπυκνώνω στα ουγγρικά - sűrít, szűkülnek le, forraljuk le, lyukadnak ki
Τυχαίες λέξεις
Συμπτύσσω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: messzelátó, rakás, berak, Tuck, behajt, felhúzott
Μεταφράσεις: messzelátó, rakás, berak, Tuck, behajt, felhúzott