Τριπλασιάζω στα δανικά

Μετάφραση: τριπλασιάζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
triple, tredobbelt, tredobbelte, Tre personers, personersværelse
Τριπλασιάζω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τριπλασιάζω

τριπλασιάζω λεξικό γλώσσας δανικά, τριπλασιάζω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • τρικλίζω στα δανικά - shamble
  • τρικυμία στα δανικά - storm, uvejr, blæst, stormen, storme
  • τριπλός στα δανικά - trefoldige, tredobbelt, tredobbelte, tredoblet, tredobling
  • τριποδίζω στα δανικά - galop, galoppen, canter
Τυχαίες λέξεις
Τριπλασιάζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: triple, tredobbelt, tredobbelte, Tre personers, personersværelse