Τριπλασιάζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: τριπλασιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
потрійний, потрійної, потрійною, потрійній, потрійного
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τριπλασιάζω
τριπλασιάζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τριπλασιάζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- τρικλίζω στα ουκρανικά - спотикатися, спотикання, хитання, спотикнутися, помилятися, волочити, волокти, ...
- τρικυμία στα ουκρανικά - штурм, буря, штурмувати, бурячи, бушувати, бура, громовиця, ...
- τριπλός στα ουκρανικά - потрійний, втричі, утричі, втроє, утроє
- τριποδίζω στα ουκρανικά - рись, легкий галоп
Τυχαίες λέξεις
Τριπλασιάζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: потрійний, потрійної, потрійною, потрійній, потрійного
Μεταφράσεις: потрійний, потрійної, потрійною, потрійній, потрійного