Υπερεκτιμώ στα δανικά
Μετάφραση: υπερεκτιμώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
overvurdere, overvurderer, at overvurdere, overvurderes
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπερεκτιμώ
υπερεκτιμώ λεξικό γλώσσας δανικά, υπερεκτιμώ στα δανικά
Μεταφράσεις
- υπερβολικά στα δανικά - overordentlig, yderst, særdeles, ekstremt, saare
- υπερβολικός στα δανικά - overskud, overskydende, over, overstiger, end
- υπερηχητικός στα δανικά - ultralyd, ultralyds, ultrasonisk, ultrasoniske
- υπερθερμαίνομαι στα δανικά - overhedning, overhedningen, overhedningsreferencen, overhedningsstyring, overopvarmning
Τυχαίες λέξεις
Υπερεκτιμώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: overvurdere, overvurderer, at overvurdere, overvurderes
Μεταφράσεις: overvurdere, overvurderer, at overvurdere, overvurderes