Υπεροχή στα δανικά
Μετάφραση: υπεροχή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
overlegenhed, overlegen, overlegne, overlegenhed i
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπεροχή
υπεροχή συνωνυμο, υπεροχή συνώνυμα, υπεροχή αντίθετο, υπεροχή english, υπεροχή μεταφραση, υπεροχή λεξικό γλώσσας δανικά, υπεροχή στα δανικά
Μεταφράσεις
- υπερνικώ στα δανικά - overvinde, at overvinde, overvindelse, overkomme, overvindelse af
- υπεροπτικός στα δανικά - hovmodige, hovmodig, stolte, stolt, hovmode
- υπεροψία στα δανικά - arrogance, hovmod, arrogant, arrogancen
- υπερπληθυσμός στα δανικά - overbefolkning, overbefolkningen, overfyldte, overpopulation, overbelægning
Τυχαίες λέξεις
Υπεροχή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: overlegenhed, overlegen, overlegne, overlegenhed i
Μεταφράσεις: overlegenhed, overlegen, overlegne, overlegenhed i