Υπεροχή στα ισλανδικά

Μετάφραση: υπεροχή, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
yfirburði, yfirburðir, á yfirburði, yfirburða
Υπεροχή στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπεροχή

υπεροχή συνωνυμο, υπεροχή συνώνυμα, υπεροχή αντίθετο, υπεροχή english, υπεροχή μεταφραση, υπεροχή λεξικό γλώσσας ισλανδικά, υπεροχή στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • υπερνικώ στα ισλανδικά - yfirstíga, surmount
  • υπεροπτικός στα ισλανδικά - hrokafullur, framur, hrokafull, drambsamur
  • υπεροψία στα ισλανδικά - dramb, hroki, hroka, Arrogance, ofmetnaður, þvermóðska
  • υπερπληθυσμός στα ισλανδικά - overpopulation
Τυχαίες λέξεις
Υπεροχή στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: yfirburði, yfirburðir, á yfirburði, yfirburða