Υπεροχή στα λιθουανικά

Μετάφραση: υπεροχή, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pranašumas, pranašumą, pranašumo, viršenybė, pranašesnis
Υπεροχή στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπεροχή

υπεροχή συνωνυμο, υπεροχή συνώνυμα, υπεροχή αντίθετο, υπεροχή english, υπεροχή μεταφραση, υπεροχή λεξικό γλώσσας λιθουανικά, υπεροχή στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • υπερνικώ στα λιθουανικά - nugalėti, įveikti, įveikimu, apvainikuoti, būti viršuje
  • υπεροπτικός στα λιθουανικά - išdidus, išdidžiai, pasididžiuoja, haughty, puikybėn
  • υπεροψία στα λιθουανικά - arogancija, arogancijos, išdidumas, pasipūtimas, arogancija yra
  • υπερπληθυσμός στα λιθουανικά - gyventojų perteklius, didelis gyventojų, per didelis gyventojų, didelis gyventojų skaičius, per didelis gyventojų skaičius
Τυχαίες λέξεις
Υπεροχή στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pranašumas, pranašumą, pranašumo, viršenybė, pranašesnis