Φυλαχτό στα δανικά
Μετάφραση: φυλαχτό, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
talisman, af Talisman, Talismanen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φυλαχτό
φυλαχτό translation, φυλαχτό αυτοκινήτου, το φυλαχτό, φυλαχτό για νεογέννητα, φυλαχτό ονειροκρίτης, φυλαχτό λεξικό γλώσσας δανικά, φυλαχτό στα δανικά
Μεταφράσεις
- φυλακίζω στα δανικά - praktikant, intern, praktikanten, internere, praktik
- φυλακισμένος στα δανικά - fange, fangen, til fange, indsat, fanger
- φυλετικός στα δανικά - tribal, af tribal, stammeledere, stamme, stammefolk
- φυλλάδιο στα δανικά - brochure, pjece, brochuren, brochurer, folder
Τυχαίες λέξεις
Φυλαχτό στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: talisman, af Talisman, Talismanen
Μεταφράσεις: talisman, af Talisman, Talismanen