Φυλαχτό στα πολωνικά
Μετάφραση: φυλαχτό, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
amulet, talizman, talizmanem, talisman, talizmanu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φυλαχτό
φυλαχτό translation, φυλαχτό αυτοκινήτου, το φυλαχτό, φυλαχτό για νεογέννητα, φυλαχτό ονειροκρίτης, φυλαχτό λεξικό γλώσσας πολωνικά, φυλαχτό στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- φυλακίζω στα πολωνικά - uwięzić, więzić, stażysta, intern, stażystą, praktykant, staż
- φυλακισμένος στα πολωνικά - więzień, jeniec, więźniem, więźnia, więźniów, więźniarka
- φυλετικός στα πολωνικά - rasowy, plemienny, tribal, plemiennych, plemienne, plemiennej
- φυλλάδιο στα πολωνικά - ulotka, pamflet, broszura, kartka, broszurka, listek, broszury, ...
Τυχαίες λέξεις
Φυλαχτό στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: amulet, talizman, talizmanem, talisman, talizmanu
Μεταφράσεις: amulet, talizman, talizmanem, talisman, talizmanu