Χτυπώ στα δανικά

Μετάφραση: χτυπώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
overvinde, hjerteslag, banke, rytme, såre, strejke, slå, Swat, smække, FLOT swat
Χτυπώ στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χτυπώ

χτυπώ κάρτα, χτυπώ ονειροκριτης, χτυπώ νεκροί κι ανοίξτε μου, χτυπώ ή χτυπώ, χτυπώ συνώνυμα, χτυπώ λεξικό γλώσσας δανικά, χτυπώ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • χτενίζω στα δανικά - kæmme, rede, kam, kammen, comb
  • χτυπητήρι στα δανικά - beater, tæppebanker, piskeris, pisker, spartel
  • χτύπημα στα δανικά - slag, stryge, blæse, bump, støde, støder, bule, ...
  • χυδαίος στα δανικά - vulgært, vulgær, vulgære, plat
Τυχαίες λέξεις
Χτυπώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: overvinde, hjerteslag, banke, rytme, såre, strejke, slå, Swat, smække, FLOT swat