Χωριάτης στα δανικά
Μετάφραση: χωριάτης, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bonde, bondeknold, Boor, tølper
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χωριάτης
χωριάτης bet, χωριάτης συνώνυμα, ο χωριάτης, χωριάτης λεξικό γλώσσας δανικά, χωριάτης στα δανικά
Μεταφράσεις
- χωρίστρα στα δανικά - afsked, af-, afskeden, skilles, afstikning
- χωρητικότητα στα δανικά - kapacitet, kapaciteten, evne, egenskab, kapacitet til
- χωρισμός στα δανικά - separation, adskillelse, adskillelsen, separering, udskillelse
- χωριστά στα δανικά - hver for sig, separat, særskilt, hver, hver for
Τυχαίες λέξεις
Χωριάτης στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bonde, bondeknold, Boor, tølper
Μεταφράσεις: bonde, bondeknold, Boor, tølper