Χωριάτης στα ολλανδικά

Μετάφραση: χωριάτης, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
plattelander, landman, boer, pummel, vlegel, Boor, barbaar, lomperd
Χωριάτης στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χωριάτης

χωριάτης bet, χωριάτης συνώνυμα, ο χωριάτης, χωριάτης λεξικό γλώσσας ολλανδικά, χωριάτης στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • χωρίστρα στα ολλανδικά - scheiding, afscheid, scheiden, het afscheid, afsteken
  • χωρητικότητα στα ολλανδικά - capaciteit, vermogen, hoedanigheid, bekwaamheid, inhoud
  • χωρισμός στα ολλανδικά - schifting, scheiding, afscheiding, clausuur, scheiden, gescheiden, de scheiding
  • χωριστά στα ολλανδικά - afzonderlijk, afgezonderd, apart, los, gescheiden, separaat
Τυχαίες λέξεις
Χωριάτης στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: plattelander, landman, boer, pummel, vlegel, Boor, barbaar, lomperd