Χωριάτης στα πορτογαλικά
Μετάφραση: χωριάτης, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
camponês, pérola, cafajeste, boor, grosseirão, rústico, caipira
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χωριάτης
χωριάτης bet, χωριάτης συνώνυμα, ο χωριάτης, χωριάτης λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, χωριάτης στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- χωρίστρα στα πορτογαλικά - despedida, separação, divisão, de despedida, partida
- χωρητικότητα στα πορτογαλικά - poder, capacidade, capacidade de, capacidades, a capacidade, da capacidade
- χωρισμός στα πορτογαλικά - separar, apartar, separação, separado, dividir, de separação, a separação, ...
- χωριστά στα πορτογαλικά - distante, separadamente, separado, em separado, separada
Τυχαίες λέξεις
Χωριάτης στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: camponês, pérola, cafajeste, boor, grosseirão, rústico, caipira
Μεταφράσεις: camponês, pérola, cafajeste, boor, grosseirão, rústico, caipira