Όροφος στα δανικά

Μετάφραση: όροφος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
etage, gulv, sal, gulvet, ordet
Όροφος στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όροφος

όροφος κόρινθος, όροφος ονειροκρίτης, όροφος σημασια, όροφος κλιση, πρώτος όροφος, όροφος λεξικό γλώσσας δανικά, όροφος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • όρκος στα δανικά - ed, oath, under ed, aflægge ed
  • όρος στα δανικά - bjerg, udtryk, sigt, term, udtrykket, begrebet
  • όσιος στα δανικά - Blessed, Velsignet, Salige, Salig, velsignede
  • όσχεο στα δανικά - scrotum, pungen, pung, skrotum
Τυχαίες λέξεις
Όροφος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: etage, gulv, sal, gulvet, ordet