Όροφος στα λιθουανικά
Μετάφραση: όροφος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
aukštas, grindys, grindų, aukšte, Floor
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όροφος
όροφος κόρινθος, όροφος ονειροκρίτης, όροφος σημασια, όροφος κλιση, πρώτος όροφος, όροφος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, όροφος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- όρκος στα λιθουανικά - priesaika, priesaikos, Priesaiką, imasi priesaikos
- όρος στα λιθουανικά - kalnas, terminas, sąvoka, trukmės, draugyste
- όσιος στα λιθουανικά - palaimintas, Švč, Švenčiausioji, Palaiminti
- όσχεο στα λιθουανικά - kapšelis, kapšelio, scrotum
Τυχαίες λέξεις
Όροφος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: aukštas, grindys, grindų, aukšte, Floor
Μεταφράσεις: aukštas, grindys, grindų, aukšte, Floor