Άτρωτος στα εσθονικά

Μετάφραση: άτρωτος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
immuunne, haavamatu, haavamatuks, Haavoittumaton, puutamatu
Άτρωτος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άτρωτος

άτρωτοσ σε, άτρωτος ετυμολογία, άτρωτος ταινία, άτρωτος ιωάννινα, άτρωτος λεξικό γλώσσας εσθονικά, άτρωτος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • άτονος στα εσθονικά - uimane, rauge, loid, loiud, loiuks, jõuetu
  • άτρακτος στα εσθονικά - spindel, võll, spindli, spindle, spindlile
  • άτυπος στα εσθονικά - ebatüüpiline, mitteametlik, mitteametliku, informaalse, mitteametlikul, mitteametlike
  • άτυχος στα εσθονικά - õnnetu, haletsusväärne, õnnetuid, epäonninen, ebaõnn või vahelejäämine
Τυχαίες λέξεις
Άτρωτος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: immuunne, haavamatu, haavamatuks, Haavoittumaton, puutamatu