Άτρωτος στα ισλανδικά
Μετάφραση: άτρωτος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
invulnerable
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άτρωτος
άτρωτοσ σε, άτρωτος ετυμολογία, άτρωτος ταινία, άτρωτος ιωάννινα, άτρωτος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, άτρωτος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- άτονος στα ισλανδικά - languid
- άτρακτος στα ισλανδικά - snælda, snúningsseigja, snældan, snældusnúningshraða, snúningsseigju
- άτυπος στα ισλανδικά - óformlegt, óformleg, óformlega, óformlegur, óformlegu
- άτυχος στα ισλανδικά - óheppinn, óheppið, óheppnir, óheppni, óheppinn að
Τυχαίες λέξεις
Άτρωτος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: invulnerable
Μεταφράσεις: invulnerable