Αμμόλοφος στα εσθονικά
Μετάφραση: αμμόλοφος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
düün, luide, kaarluide, liivaluide, luidetevahelised, kooslustega
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμμόλοφος
αμμόλοφοσ καβάλα, αμμόλοφος λεξικό γλώσσας εσθονικά, αμμόλοφος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αμμωνία στα εσθονικά - ammoniaak, ammoniaagi, ammoniaagiga, ammoniaaki, ammoniaagist
- αμμόλιθος στα εσθονικά - liivakivi, peenkruus, südikus, pindama, liivakivist
- αμμώδης στα εσθονικά - liivakarva, liivane, liivase, liivased, sandy, liivaste
- αμνησία στα εσθονικά - amneesia, nägemisvõimetus, amneesiat, mälukaotus, mälukaotuse, amnesia
Τυχαίες λέξεις
Αμμόλοφος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: düün, luide, kaarluide, liivaluide, luidetevahelised, kooslustega
Μεταφράσεις: düün, luide, kaarluide, liivaluide, luidetevahelised, kooslustega