Αμμόλοφος στα ουκρανικά
Μετάφραση: αμμόλοφος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
дюна
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμμόλοφος
αμμόλοφοσ καβάλα, αμμόλοφος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αμμόλοφος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αμμωνία στα ουκρανικά - аміак
- αμμόλιθος στα ουκρανικά - пісковик, пісок, піщаник, песчаник, пісчаник
- αμμώδης στα ουκρανικά - рудуватий, неміцний, піщаний, пісочний, хиткий, піщаному
- αμνησία στα ουκρανικά - амнезія, амнезия
Τυχαίες λέξεις
Αμμόλοφος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: дюна
Μεταφράσεις: дюна