Αμφίεση στα εσθονικά

Μετάφραση: αμφίεση, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
maskeering, rõivad, riietus, apparel, rõivaste, textile
Αμφίεση στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμφίεση

αμφίεση κληρικών, επαγγελματική αμφίεση, αμφίεση συνώνυμα, αμφίεση λεξικό γλώσσας εσθονικά, αμφίεση στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • αμφίβιος στα εσθονικά - kahetähenduslik, kahevalentne, amfiib-, amfiib, amfibioajoneuvot, amfiibsed, meredessandi
  • αμφίβολος στα εσθονικά - kaheldav, kõhklev, Ebakindel
  • αμφιβάλλω στα εσθονικά - kahtlus, kahtlema, kahtlust, igasuguse kahtluseta, kahtluseta
  • αμφιβολία στα εσθονικά - kahtlus, kahtlema, kahtlust, igasuguse kahtluseta, kahtluseta
Τυχαίες λέξεις
Αμφίεση στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: maskeering, rõivad, riietus, apparel, rõivaste, textile