Αμφίεση στα νορβηγικά

Μετάφραση: αμφίεση, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
klær, apparel, undertøy
Αμφίεση στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμφίεση

αμφίεση κληρικών, επαγγελματική αμφίεση, αμφίεση συνώνυμα, αμφίεση λεξικό γλώσσας νορβηγικά, αμφίεση στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • αμφίβιος στα νορβηγικά - amfibiske, amfibie, Amfibisk, amphibious, amfi
  • αμφίβολος στα νορβηγικά - tvilsom, uviss, utrygg, usikker, iffy, ustabil
  • αμφιβάλλω στα νορβηγικά - tvil, uvisshet, tvile, tvil om, imponerte, tvils, sikkert
  • αμφιβολία στα νορβηγικά - tvil, tvile, uvisshet, tvil om, imponerte, tvils, sikkert
Τυχαίες λέξεις
Αμφίεση στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: klær, apparel, undertøy