Αμφίεση στα ιταλικά

Μετάφραση: αμφίεση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
abbigliare, abbigliamento, abito, di abbigliamento, capi di vestiario, l'abbigliamento
Αμφίεση στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμφίεση

αμφίεση κληρικών, επαγγελματική αμφίεση, αμφίεση συνώνυμα, αμφίεση λεξικό γλώσσας ιταλικά, αμφίεση στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • αμφίβιος στα ιταλικά - anfibio, anfibi, anfibia, anfibie, amphibious
  • αμφίβολος στα ιταλικά - dubbioso, malsicuro, incerto, iffy
  • αμφιβάλλω στα ιταλικά - dubbio, dubitare, dubbi, sicuramente, di dubbio
  • αμφιβολία στα ιταλικά - dubbio, dubitare, dubbi, sicuramente, di dubbio
Τυχαίες λέξεις
Αμφίεση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: abbigliare, abbigliamento, abito, di abbigliamento, capi di vestiario, l'abbigliamento