Αμφίεση στα κροατικά
Μετάφραση: αμφίεση, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
odjeća, oblačiti, pojava, nošnja, ukras, oblik, kititi, odjeće, asortiman, odjevne, Apparel
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμφίεση
αμφίεση κληρικών, επαγγελματική αμφίεση, αμφίεση συνώνυμα, αμφίεση λεξικό γλώσσας κροατικά, αμφίεση στα κροατικά
Μεταφράσεις
- αμφίβιος στα κροατικά - vodozemni, amfibijski, amfibijska, desantna, Amfibijsko
- αμφίβολος στα κροατικά - dvojben, nepouzdan, neizvjestan, sumnjiv, upitan
- αμφιβάλλω στα κροατικά - sumnjati, strah, sumnja, sumnje, dvojba, sumnje da, dvojbe
- αμφιβολία στα κροατικά - sumnje, dvojba, sumnjati, strah, sumnja, sumnje da, dvojbe
Τυχαίες λέξεις
Αμφίεση στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: odjeća, oblačiti, pojava, nošnja, ukras, oblik, kititi, odjeće, asortiman, odjevne, Apparel
Μεταφράσεις: odjeća, oblačiti, pojava, nošnja, ukras, oblik, kititi, odjeće, asortiman, odjevne, Apparel