Αμφίεση στα τούρκικα

Μετάφραση: αμφίεση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kıyafet, giyim, konfeksiyon, hazır giyim, giyimi
Αμφίεση στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμφίεση

αμφίεση κληρικών, επαγγελματική αμφίεση, αμφίεση συνώνυμα, αμφίεση λεξικό γλώσσας τούρκικα, αμφίεση στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αμφίβιος στα τούρκικα - amfibi, amphibious, amfibik, Çıkarma, karada ve denizde yaşayan
  • αμφίβολος στα τούρκικα - şüpheli, iffy
  • αμφιβάλλω στα τούρκικα - kuşkulanmak, şüphe, şüphesiz, kuşkusuz, kuşku, bir şüphe
  • αμφιβολία στα τούρκικα - kuşkulanmak, şüphe, şüphesiz, kuşkusuz, kuşku, bir şüphe
Τυχαίες λέξεις
Αμφίεση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kıyafet, giyim, konfeksiyon, hazır giyim, giyimi