Αναμφίβολος στα εσθονικά

Μετάφραση: αναμφίβολος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kaheldamatu, Epäilyksetön, vaieldamatult, edaspidistele vaieldamatutele, vaieldamatutele
Αναμφίβολος στα εσθονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναμφίβολος

αμφίβολος αγγλικά, αναμφίβολος λεξικό γλώσσας εσθονικά, αναμφίβολος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • αναμνηστικό στα εσθονικά - mälestusese, meene, suveniir, suveniiride, suveniiri, souvenir
  • αναμονή στα εσθονικά - ootusärevus, ootus, ootamine, ootab, ootavad, oodanud, ootel
  • αναμφισβήτητα στα εσθονικά - kahtlemata, vaieldamatult, on vaieldamatult, vaieldamatu, põhjal vaieldamatult
  • αναμόρφωση στα εσθονικά - reformatsioon, parandamine, uuendus, muutmine, ümberkujundamine
Τυχαίες λέξεις
Αναμφίβολος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kaheldamatu, Epäilyksetön, vaieldamatult, edaspidistele vaieldamatutele, vaieldamatutele