Αναμφίβολος στα τούρκικα
Μετάφραση: αναμφίβολος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kesin, şüphesiz, şüphe götürmez, türlü şüpheden uzak, türlü şüpheden uzak olan
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναμφίβολος
αμφίβολος αγγλικά, αναμφίβολος λεξικό γλώσσας τούρκικα, αναμφίβολος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αναμνηστικό στα τούρκικα - hatıra, hediyelik eşya, hatıralık, hediyelik, souvenir
- αναμονή στα τούρκικα - bekleme, bekliyor, bekleyen, beklerken, bekliyordu
- αναμφισβήτητα στα τούρκικα - tartışmasız, tartışılmaz, tartışmasız bir, tartışmasız olarak, tartışmasız biçimde
- αναμόρφωση στα τούρκικα - reformasyon, reformasyonu, düzeltme, yeniden düzenleme
Τυχαίες λέξεις
Αναμφίβολος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kesin, şüphesiz, şüphe götürmez, türlü şüpheden uzak, türlü şüpheden uzak olan
Μεταφράσεις: kesin, şüphesiz, şüphe götürmez, türlü şüpheden uzak, türlü şüpheden uzak olan