Αναμφίβολος στα γερμανικά

Μετάφραση: αναμφίβολος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
zweifelsfrei, zweifellos, unzweifelhaft, unbestreitbar, unzweifelhafte, unzweifelhaften, unbezweifelbare
Αναμφίβολος στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναμφίβολος

αμφίβολος αγγλικά, αναμφίβολος λεξικό γλώσσας γερμανικά, αναμφίβολος στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • αναμνηστικό στα γερμανικά - andenken, erinnerung, mahnzeichen, Souvenir, Andenken
  • αναμονή στα γερμανικά - erwartung, vorhersage, voraussage, prophezeiung, vorausnahme, vorwegnahme, warten, ...
  • αναμφισβήτητα στα γερμανικά - zweifelsohne, unzweifelhafte, zweifellos, unbestreitbar, unbestritten, zweifels, unstreitig
  • αναμόρφωση στα γερμανικά - reform, reformation, Reformation, Reformierung, Reform, Reformations
Τυχαίες λέξεις
Αναμφίβολος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: zweifelsfrei, zweifellos, unzweifelhaft, unbestreitbar, unzweifelhafte, unzweifelhaften, unbezweifelbare