Αράζω στα εσθονικά

Μετάφραση: αράζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
silduma, dokk, sabaroots, raba, Moor, soo, maur
Αράζω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αράζω

αράζω english, αγοράζω συνώνυμα, αράζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, αράζω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • απών στα εσθονικά - puuduv, äraolev, puudub, puuduvad, puuduvate, puududa
  • απώτατος στα εσθονικά - viimane, lõplik, kaugeim, kõige kaugemal, kõige kaugemal asuv, kaugeimasse, kaugeimat
  • αράχνη στα εσθονικά - ämblik, spider, Ämbliku
  • αρένα στα εσθονικά - areen, areenil, Arena, areeni, areenile
Τυχαίες λέξεις
Αράζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: silduma, dokk, sabaroots, raba, Moor, soo, maur